Ευτυχώς που είχε τις φίλες της να τη συμβουλεύουν, να την μαλώνουν και να την αγαπάνε…
Ευτυχώς που είχε τις φίλες της, να της υποδεικνύουν κάθε φορά τα λάθη και τις παραλείψεις της. Λες και το είχε ανάγκη… αλλά να… της άρεσε να την βάζουν σε μια γωνιά, σαν σε τιμωρία, και να την αρχίζουν σε λεγόμενα του τύπου: «Στα έλεγα εγώ, δεν στα ΄λεγα;», «μα σε είχα προειδοποιήσει ότι με αυτό που πας να κάνεις θα το φας το κεφάλι σου!», «καλά έχεις λεφτά για πέταμα;» «δεν είναι αυτός ο άνθρωπος κατάλληλος για σχέση, που πας να μπλέξεις!» και τέτοια χαριτωμένα με ύφος σοβαρό και δασκαλίστικο και με το δάκτυλο τους να κουνιέται μπροστά στη μύτη της υποδειγματικά. Και τότε έσκυβε μετανιωμένη το κεφάλι και έλεγε μέσα σε αναφιλητά ότι δεν θα το ξανακάνει.
Αλλά το ξανάκανε!
Όχι ότι δεν τα ΄ξερε και η ίδια από την αρχή δηλαδή. Ίσα ίσα, ο οργανισμός της διέθετε μια μοναδική και καταπληκτική ικανότητα να γνωρίζει πριν κάθε φορά ξεκινήσει μια νέα σχέση, ή πριν κάνει μια ιδιαίτερης σημασίας επαγγελματική ή άλλη σημαντική κίνηση στη ζωή της ότι πρόκειται να κάνει λάθος, ότι θα πέσει σε σφάλμα ότι για άλλη μια φορά θα πρέπει να μαζεύει τα κομμάτια της από το πάτωμα, τα χρήματα της από τις τρύπιες τσέπες της, την ησυχία και την ηρεμία της από τον αέρα που θα πετάριζαν χαρούμενες, αφήνοντας στη θέση τους το άγχος, την αγωνία και τη στενοχώρια.
Όμως παράλληλα ο ίδιος αυτός οργανισμός διέθετε κι εκείνη την τάση, πώς να την ονομάσεις, πώς να την περιγράψεις, του εντελώς παιδιάστικου, νηπιακού σχεδόν αυθορμητισμού, που δεν άφηνε τη λογική και τη σκέψη, που τις διέθετε, να υπερισχύσουν και κατάφερνε για άλλη μια φορά να πέσει στο πηγάδι της αποτυχίας και άντε μετά από την αρχή να βρει μάγγανο να ανέβει στην επιφάνεια, να επιστρέψει στη γη, να πατήσει σταθερά στο έδαφος.
Κάθε φορά το ίδιο, κάθε φορά το μάθημα να μη γίνεται πάθημα.
Πάντα μα πάντα να κάνει εκείνο το βήμα του λάθους, πάντα να βροντοφωνάζει τη λάθος λέξη την εντελώς ακατάλληλη στιγμή. Πάντα να παίρνει εντελώς ακατάλληλες αποφάσεις για τα πιο κρίσιμα θέματα, πάντα να δίνεται με όλο της το «είναι» σε ανθρώπους που φώναζαν από μακριά ότι δεν ήταν κατάλληλοι, σε πρότζεκτ και σε ενασχολήσεις που ρουφούσαν όλη της την ενέργεια χωρίς να έχουν ποτέ το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Και κάθε φορά να τα ακούει ξανά και ξανά πρώτα από τον εαυτό της (ω ναι, του τα ΄λεγε κι εκείνη ένα χεράκι), κι ας έπεφταν στον βρόντο, και στη συνέχεια από τις κολλητές της, που αποτελούσαν πια την οικογένεια της. Σχεδόν την είχαν αντικαταστήσει, μιας και οι σχέσεις με τους δικούς της δεν ήταν κι οι καλύτερες στον κόσμο.
Μαζεύονταν εκείνα τα Σαββατόβραδα μια στο σπίτι της μιας, μια στο σπίτι της άλλης, άνοιγαν μπουκάλια με κρασί, μαγείρευαν όλες μαζί μακαρονάδες με ευφάνταστες σάλτσες και μιλούσαν με τις ώρες και ανέλυαν τα χιλιοαναλυμένα θέματα της κάθε μιας και όλες μαζί έβρισκαν τη λύση σε κάθε πρόβλημα, πάντα μετά εορτής βέβαια, αλλά τι σημασία είχε;
Στο τέλος έπιαναν τους καναπέδες και τις μαξιλάρες με ένα ποτήρι κρασί η κάθε μια στο χέρι και αφήνονταν να τραγουδούν τα αγαπημένα τους άσματα και να χαλάμε το κόσμο από τα γέλια και έτσι τις έβρισκε το ξημέρωμα, μισομεθυσμένες και χαμογελαστές.
Ευτυχώς που είχε τις φίλες της…
Όλες είχαν προβλήματα, απλά ή σύνθετα, μεγάλα ή μικρά, με τις οικογένειες τους, με τις δουλειές τους, με τα συναισθηματικής φύσεως μπερδέματα, με τα κιλά και τις ρυτίδες τους, με χίλια δυο κι όλες τους τα άκουγαν η μια από την άλλη, μα εκείνη είχε την τάση πάντα να τα ακούει περισσότερο από όλες. Ίσως γιατί προσπαθούσε να κερδίσει τον χαμένο χρόνο (αυτόν, τότε πριν χρόνια που ήταν απλά ένα άβουλο πλάσμα που το καθοδηγούσαν τα «πρέπει» και τα «μη»), και ρίσκαρε περισσότερο από τις άλλες σε όλους τους τομείς. Είχε χιλιάδες απωθημένα εγκατεστημένα στο μυαλό και την ψυχή της κι έτρεχε με χίλια να φέρει, αν όχι όλα σε πέρας, τουλάχιστον όσα της επιτρέψει η ζωή να προλάβει. Και δοκίμαζε και δοκιμαζόταν. Δεν είχε πάντα αποτυχίες! Πολλά είχε πετύχει, πολλά απωθημένα της είχαν πάρει ζωή, πολλά βήματα είχε καταφέρει κι είχε κάνει μπροστά, αλλά να σε αυτά που αποτύχαινε , αποτύχαινε εντελώς, την έριχνα κάτω, την βασάνιζαν για καιρό, έχανε πολύτιμο χρόνο και πολύ ενέργεια, και χρήμα φυσικά αλλά αυτό ερχόταν τελευταίο. Αλλά μετά όταν συνερχόταν κι όταν σηκωνόταν όρθια, αφού μετά από αυτά που άκουγε από εκείνες, τις έδιναν όλες το χέρι και έβαζαν όλη τη δύναμη τους για να τη σηκώσουν ξανά, ήταν και πάλι έτοιμη για νέες περιπέτειες και νέες προσπάθειες και νέες αποτυχίες και επιτυχίες. Ευτυχώς που είχε τις φίλες της. Γιατί ήξερε ότι εκείνες θα ήταν εκεί, ήταν δοκιμασμένη αυτή η σχέση, άντεξε, αντέχει και θα αντέξει! ‘Ηξερε γι΄ αυτό και από συνήθεια αφήνονταν και στο λάθος με άνεση!
Ευτυχώς που είχε τις φίλες της.
Αφού οι στυλοβάτες της ζωής της, η οικογένεια της στα καλά αλλά κυρίως στα άσχημα θα ΄ταν εκεί να τη σηκώσουν!
Πηγή:fylada.gr