Οι μητέρες που υπέστησαν κακοποίηση ως παιδιά μπορεί να μην έχουν αυτοπεποίθηση ως προς τις γονεϊκές τους δεξιότητες και μπορεί και αυτές με τη σειρά τους να κακοποιήσουν τα παιδιά τους.
Τα προγράμματα παρέμβασης για τις μητέρες σε κίνδυνο θα έπρεπε να κάνουν κάτι περισσότερο από το να διδάσκουν γονεϊκές δεξιότητες. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι είναι σημαντικό να τονώνουν την αυτοπεποίθηση της μητέρας εκτός των άλλων.
«Γνωρίζουμε ότι τα παιδιά που έχουν υποστεί κακοποίηση έχουν συχνά χαμηλή αυτοεκτίμηση» λέει η Louisa Michl, μια διδακτορική φοιτήτρια στο τμήμα ψυχολογίας του πανεπιστημίου του Rochester.
«Και όταν γίνονται ενήλικες κάποιες από αυτές τις μαμάδες γίνονται υπερβολικά επικριτικές απέναντι στην ικανότητά τους να είναι αποτελεσματικές στον τρόπο που μεγαλώνουν τα παιδιά τους.»
«Η έρευνα μας έχει δείξει ότι αυτό το είδος αμφιβολίας για τον εαυτό τους συνδέεται με συμπεριφορές όπως : να φωνάζουν, να χτυπάνε και να έχουν αρνητικές γονεϊκές συμπεριφορές συνολικά.»
Οι μητέρες της έρευνας οι οποίες βίωσαν περισσότερα είδη κακοποίησης ως παιδιά- σεξουαλική κακοποίηση, σωματική ή συναισθηματική παραμέληση- παρουσίασαν υψηλότερα επίπεδα αυτοκριτικής και περισσότερες αμφιβολίες για την ικανότητά τους να είναι επαρκείς και αποτελεσματικές ως γονείς.
Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Child Maltreatment περιλάμβανε μητέρες που παρουσίαζαν κατάθλιψη και άλλες που δεν παρουσίαζαν.
«Η έρευνά μας δείχνει ότι η έντονη αυτοκριτική οδηγεί σε χαμηλότερη εμπιστοσύνη στις γονεϊκές ικανότητες σε μητέρες που έχουν παλαιότερα υποστεί κακοποίηση και αυτό ισχύει και στις μητέρες που είχαν κατάθλιψη και σε αυτές που δεν είχαν» λέει η Michl.
Προηγούμενες έρευνες έχουν αποδείξει ότι η αυτοπεποίθηση μιας μητέρας συνδέεται στενά με την κινητoποίησή της να χρησιμοποιεί θετικές στρατηγικές ανατροφής του παιδιού της. «Όταν μια μαμά έχει εμπιστοσύνη στην ικανότητά της να χρησιμοποιεί θετικές στρατηγικές όταν βρίσκεται υπό συνθήκες άγχους, τότε είναι πιθανότερο να είναι αποτελεσματική ως γονέας» λέει η Michl.