Το εφιαλτικο παραμυθι που εζησε η Χ.

Published 10 Απριλίου, 2013 by sofiaathanasiadou

YFESI EFIALTIS 8EBGDO

Η Χ. μου εστειλε μυνημα αγωνιοντας αν μπορει να δημοσιευτει η ιστορια της ανωνυμα…

Δεν μπορουσα να φανταστω γιατι… Οταν μου απαντησε στο mail καταλαβα… Οταν εχεις κακοποιηθει σαν παιδι νιωθεις ντροπη… δεν θελεις να σε αντιμετωπιζουν σαν καιμενο δεν θελεις να δινεις ευκαιριες να σε πληγωσουν οι αλλοι με τα βιωματα σου…

Ειναι ομως καταπληκτικο το ποσο μεγαλη γινεται η καρδια σου και ποσο αναγκη εχεις να συγχωρεις τους δυναστες σου… Ποσο εντονη γινεται η αναγκη σου να δωσεις την αγαπη που εσυ αναζητουσες και στερηθηκες…

Ποσο απλοχερα την μοιραζεις γιατι απλα ξερεις πως ειναι…

Κοριτσακι μου γλυκο χαιρομαι να γνωριζω ανθρωπους που πηραν την προδοσια και τον πονο και την εκαναν αστεροσκονη που δεν την αφησαν να γινει καρκινος να τους φαει ζωντανους…

Μπραβο που επεζησες μπραβο που προσφερεις αγαπη

Να σαι παντα καλα & αξια

Σοφια

Επιτέλους ήρθε και η δική μου σειρά να σας  πω την ιστορία μου.

Η μαμά μου είχε καρδιακή ανεπάρκεια και πολλές επιπλοκές στην εγκυμοσύνη, έτσι χρειάστηκε να νοσηλευτεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στην μονάδα παρακολούθησης κατα την διάρκεια της γέννησης μου αλλά και μετά. Ο πατέρας μου χωρίς δεύτερη σκέψη και χωρίς καν να τη ρωτήσει με έδωσε για υιοθεσία. Ειχε βλέπετε παιδιά από την προηγουμενη συζυγο και του ήταν έυκολο.
Η μητέρα μου όταν συνήλθε με εψαχνε όπως ήταν επόμενο. Έπαθε ισχυρό νευρικό κλονισμό σε συνδιασμο με την επιλόχειο καταθλιψη, έπαθε το μυαλό της, δεν υπήρχε επιστροφή. Με εντολή του εισαγγελεα ακυρώθηκε η υιοθεσια χωρίς την συγκαταθέση της. Επιστρέψαμε στην επαρχία. Εκεί άρχισε το δράμα μου. Η μητέρα μου συνεχώς νόμιζε ότι κάποιος θα με πάρει. Με έκλεινε μέσα σε κουτια, σε καρδαρες που χρησιμοποιουν για να πηζουν το γαλα. Μια φορά όταν ήμουν 4, πέρασε ένα σύρμα από το λαιμό μου και με κρέμασε από ένα μπαλκόνι.Είχα μπλαβήσει, ευτυχώς κάποιος γείτονας είδε τι συνέβη. Όρμησε, με έλυσε και την χτύπησε. Θυμάμαι πως εκείνη έδερνε, εγώ πονούσα.
Ο Πατέρας μου δεν είχε στοιχειώδη μόρφωση, το μόνο που έκανε ήτανε να την χτυπάει αλύπητα μπροστά στα ματάκια μου.Δεν ήξερε πως να αντιμετωπίσει την ψυχικά άρρωστη γυναίκα του. Μια φορά θυμάμαι πήρε ένα κουζινομάχαιρο,την έπιασε από τα μαλλιά την γύρισε στο πλάι πάνω σε ένα ξύλο που έσφαζαν τα κοκόρια.Εγώ είχα γατζωθεί από το πόδι του το κεφαλάκι μου ευτανε στο γόνατο του,τόσο μικράκι ήμουνα,και του φώναζα.Το θυμάμαι γιατί όπως σήκωσε την λεπίδα στο φως με θαμπωσε. Την μανούλα μου….πως μπορω να το ξεχασω.Τα παρακαλια μου δεν σταθηκαν ικανα να τον σταματησουν ώσπου επενέβει κάποιος και του πήρε το μαχαίρι.Η μαμά μου
έκανε πολλά ασυνάρτητα, με κούρεψε γουλί, ενας Θεος ξέρει γιατι, μα εγω την αγαπούσα πολύ, γιατί ένιωθα ότι όλα από αγάπη τα έκανε, σαν την κλώσσα που δεν αφηνει κανένα να πλησιάσει τα κλωσοπουλα.

Ωσπου μια νυχτα με φυγάδευσαν και με εκλεισαν σε ένα ερειπωμένο σπίτι, έτρεμα ολόκληρο μέσα στο σκοτάδι. Στη συνέχεια δέχτηκε κάποιο συγγενικο πρόσωπο να με φιλοξενησει. Αλλά επειδη ήμουνα μέρες ολόκληρες απλυτη, με τα ίδια ρούχα και είχαν γάμο στο σπίτι, με έκλεισε στην αποθήκη, θυμάμαι μου έφερε ένα κομμάτι ψητό και το ακούμπησαν σε ένα καφάσι. Το λέω και ντρεπομαι, το εσωρουχο μου ήταν κουρελιασμένο, μόνο το λάστιχο κρατιόταν πάνω μου.

Τις νύχτες άκουγα την βραχνιασμένη, εξασθενημένη φωνη της μανούλας μου που τριγυρνουσε και με έψαχνε… Μετά από μερικές ημέρες την πήραν στο ψυχιατρείο.Και πως την πήραν μαζέυτηκε όλο το χωριό…Την κοροιδευαν.. Εγώ ήμουνα πολύ μικράκι και ήλπιζα πως την πάνε για καλό. Κανείς δεν νοιαστηκε για μενα…εμεινα για δυο εβομάδες  στον αστυνομικο σταθμό, περνούσα ωραία. Ωσπου μια νύχτα με πήρε ο πατερας μου και μ’ αφησε έξω από ένα ορφανοτροφειο.Ηταν τεσσερις το πρωι,και εγώ τον παρακαλουσα να μην φυγει να μ’ αφήσει γιατί φοβόμουν,μα εκείνος με το φόβο μην και δεν με κρατήσουν έφυγε. Είχε βάλει σε μια σαραβαλη βαλιτσα οτι ρουχα εβρισκε. Με πηραν με εβαλαν σε μια πετρινη γουρνα να με πλυνουν, με έτριβαν και χασκογελούσαν κοροιδεύοντας με, γιατί μιλούσα πολύ χωριάτικα. Τα βράδια, ευτυχως είχα προλάβει να κόψω ένα εμπριμε μανικι απο ενα φουστανι της μάνας μου και το πιπιλιζα για να κοιμηθω. Η μόνη προσευχη μου ηταν την Κυριάκη που θα έχει επισκεπτηριο να ειναι εκει.

Μια μέρα έπαιζα στην αυλη του σχολειου και ήρθε ενας κυριος με φωναξε με το ονομα μου. Τον πλησίασα διστακτικα ρωτώντας τον ποιος είναι και πως ξέρει το όνομα μου. Εκείνος μου έδωσε ένα πορτοκάλι, μου είπε ότι πήγε σε ένα μέρος πολύ μακριά να πουλήσει ψάρια και η μαμά μου τον παρακάλεσε να με βρεί και να μου δώσει αυτό το πορτοκάλι από το δίσκο της, εκείνος συγκινήθηκε και έψαξε να με βρει. Η καρδιά μου ράγισε, δεν το έφαγα εκείνο το πορτοκάλι.

Περασαν δύο ολόκληροι αιωνες, συγγνώμη, χρονια μακριά της. Όταν την είδα, όρμησα στην αγκαλιά της, αλλά η ζωντάνια της δεν υπήρχε πια από τα φάρμακα και τα όσα περασε. Οί καρποί τις είχαν ουλές  και σας διαβεβαιώ δεν ήταν από βραχιόλια.Όσο για τα μακρυά μαλλιά της δεν υπήρχαν πια στη θέση τους ήτανε <<μοντέρνα>> καρφάκια.Δεν μύριζε πια μυρτώ αλλά πετρέλαιο.Παρεμείνα στο ορφανοτροφειο, εμαθα να ζω χωρις αυτη.
Όταν μεγάλωσα και πήγα στο άσυλο που την είχαν να την δω.Έπαθα σοκ.Έκανε πολύ κρύο και γυναίκες γυμνές με μια πετσετα στο χέρι περίμεναν την σειρά τους να τους κανει μπάνιο ένας πακιστανός.Χωρίς στοιχειώδη σεβασμό στην ατομικότητα τους. Η καρδιά μου ούρλιαζε ανάμεσα τους ήταν και η μανούλα μου.Ορκίστηκα ότι θα την πάρω μαζί μου και τα κατάφερα!!!!!!!

Τωρα πολλα χρονια μετα, εχω δυο παιδιά, μια υπεροχη κορούλα, παίζω μαζί της ολη την ημέρα, ξαναζώ οτι δεν εζησα. Μπορεί να είμαι υπερβολικη αλλα ρουφώ το κάθε λεπτό. Και την μαμά μου που από τα τόσα φάρμακα έχει πάθει ανοια και νομίζει οτι είμαι εγω η μαμά της και εγώ της δίνω με ολη μου την καρδια όσα εκείνη δεν μου εδωσε….
Μπορεί να σας φανεί παραμύθι μα εγω το έζησα……σας ευχαριστώ που το διαβασατε

Χ.

6 comments on “Το εφιαλτικο παραμυθι που εζησε η Χ.

  • Μπράβο σου. Μόνο αυτό μπορώ να σου πω. Κάποτε ήμουνα παιδι και δεν μπορούσα να φανταστώ την ζωή μου χωρίς την μαμα μου. Τώρα είμαι μάνα και δεν μπορώ να διαννοηθώ την ζωή μου χωρίς το παιδι μου!!!!

  • Πάντα λαλίστατη, μα τώρα θέλω μόνο να σιωπήσω..πώς σώθηκαν οι λέξεις μου.. λύγισε η καρδιά μου γι’ αυτή σου την πικρή αλήθεια..Να είσαι ευλογημένη, να γιάνει η πονεμένη σου ψυχή…σε πονώ, χωρίς να σ’ έχω αντικρύσει..σαν αδερφή μου…που ιερότερο, πίστεψέ με, δεν έχω..

  • Σχολιάστε

    Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

    Λογότυπο WordPress.com

    Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

    Φωτογραφία Facebook

    Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

    Σύνδεση με %s

    Αρέσει σε %d bloggers: